Α΄ΜΕΡΟΣ
Το καλοκαίρι στο χωριό είναι για τη μνήμη ένα ψηφιδωτό. Σκληρή δουλειά μα και σχόλη, συνάντηση αγαπημένων προσώπων. Σύγκρουση και σύγκριση κόσμων (χωριού-πόλης, ενδοχώρας- ξενιτιάς) και ηθών. Είναι:
Ξεσέλωτο άλογο που τρέχει κάθιδρο μ’ ένα παιδί για αναβάτη.
Kραυγή χαράς στο αντίκρισμα του Αλιάκμονα.
Σιωπή που την συντροφεύει το μουρμουριστό τρέξιμο των κρυστάλλινων νερών του Λουσκιώτη.
Ασημένιο ψάρι που σπαρταράει στο δίχτυ.
Γέλιο μαζί και κλάμα. Είναι προπάντων παιδιά που ανέμελα ξεχνιούνται από το πρωί μέχρι το βράδυ στο πάρκο του χωριού και παλεύουν με τα χώματα, τις μπίλιες και τα "ψυπακά".
Γόνατο ματωμένο μετά το πέσιμο στα χαλίκια. Ατέρμονη συναυλία τζιτζικιών το καταμεσήμερο.
Μπόρα ξαφνική τον Αύγουστο και χωμάτινη μυρουδιά.
Οσμή των καλαμιώνων που καίγονται ολονυχτίς στο οροπέδιο της Ανασέλιτσας. Φωτιές αρχαίες, σηματωροί και μηνυτές μυστηρίων που φωτίζουν τον αδιαπέραστο ορίζοντα.
Ξάστερος ουρανός στο γαλήνιο βράδυ και ρίγος μπρος την φευγαλέα σύλληψη του απείρου. Καθώς γνέφει με άστρα που τρεμοσβήνουν ακουμπισμένα στο πιο εβένινο μαύρο.
"Θυμάμαι το καλοκαίρι στο χωριό"... Κι είναι σαν να λέω πως:
"Ετούτη τη στιγμή: Ε ί ν α ι … Ή τ α ν …".
Από προσώπου γης...
Οι Μπαλαίοι στο μικρό τους χασαπιό με τις κόκκινες καρώ ποδιές και τα μαχαίρια στα χέρια. Τα κρέατα στα τσιγκέλια και στον τάκο επάνω. Πού ψυγεία τότε... Τα σκυλιά να καραδοκούν για καμιά μπτζέρα. Οι αδερφοί Νασιόπουλοι Κώστας και Χρήστος ("Ντιβλιωταίοι") με το τρίκυκλο και τα ποταμίσια ψάρια ψαρεμένα με τον πεζόβολο καθώς και πεπόνια από το μποστάνι τους. [Αυτό ίσως όπου αργότερα προσπάθησαν να στήσουν ιχθυοτροφείο πέστροφας με τον Στέργιο Τζημάνη. Αποτυχία. Σκέτη καταστροφή!]. Ο Τσιότσιος Βιτανιώτης πάλι με τα πιο αρωματικά πεπόνια του κόσμου. Θα φέρνει και όψιμα μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου. Και άλλοι πολλοί…
Μνήμη Σαντόβου φευγαλέα
Σάντοβο |
Σάντοβο |
Ψάλτης δεξιός
Ο "ανταγωνισμός" πεζοπορώντας...
Οπτικοακουστικά και άλλα
Ο πεταλωτής από την Εράτυρα Κώστας Ψήμας επί το έργον στον Πελεκάνο (1959). |
Αρτοποιείον "Η Δήμητρα" του Κώστα και της Αλεξάνδρας Τακαντζιά. |
Από τον φούρνο του Κώστα Τακαντζιά την ίδια ώρα αρχίζει η παρέλαση με την εδεσματολογική παρακαταθήκη του χωριού: Tαψιά με γεμιστά, κομμάτια αρνί ή μοσχάρι μαγειρεμένα με πατάτες ή ρύζι, σπλήνες γεμιστές με ρύζι και μυτιρίνα, κρέατα ψητά στη λαδόκολα σε κομψά πακέτα δεμένα με σπάγκο, πινακωτές με ζεστά μυρωδάτα πισινίκια με προζύμι και μαλάθες με ψωμιά ρουφτένια και κουλούρες αν υπάρχει κανένας γάμος κοντά ή λειτουργιές για πρόσφορα μια και τα ευχέλαια, τα τρισάγια κι οι αρτοκλασίες δε λείπουν όλο το χρόνο. Έχουμε και λέμε: οι γοερές κραυγές και οι πόνοι του άμοιρου βογατσιώτη που σφαδάζει στην καρέκλα του γιατρού, το ακανόνιστο χτύπημα από το οδοντιατρικό καλέμι, το ρυθμικό τακ τακ του πεταλωτή, το ανήσυχο χλιμίντρισμα της φοράδας, οι λαχταριστές μυρωδιές και το θέαμα των φαγητών και ψωμιών που διαβαίνουν σαν σε πασαρέλα...
Στο Πισιάκι!
Οι "συνυφάδες" Βάια χήρα Ιωάννη (αριστερά) και Κλεοπάτρα Σαββαρίκα χήρα Γεωργίου (δεξιά). |
Ο Γιαννούλης είναι αγκαζέ σχεδόν όλο το καλοκαίρι κάνοντας καθημερινά δρομολόγια προς την Αμμουδάρα (Πισιάκι) όπου οι κάποιας ηλικίας Βογατσιώτες -γυναίκες στην πλειοψηφία- προσπαθούν να ξεγελάσουν τα "ρεματικά" του χειμώνα. Πάνε και κάθονται λοιπόν μέχρι να μουλιάσουν σε τσιμεντένιες μέσα μπανιέρες γεμάτες καυτό θειούχο νερό, που μυρίζει έντονα σαν κλούβιο αυγό. Κουβαλούν μάλιστα, επανακάμπτοντας από τα μπάνια, σχεδόν θριαμβευτικά μαζί τους, και πίνουν με φανερή δυσφορία αλλά και περισσή υπομονή σαν φάρμακο που όρισε ο γιατρός αυτό το απαίσιο πράγμα...
Βόλτα στο τζιαντέ
Από αριστερά προς τα δεξιά: Κώστας Σαββαρίκας ("Παρτάλας") και Γιάννης Σιώτας ("Αμύντας"). |
"Κουμπίνα", "κουμπινιέρης"
Καμιά φορά η ομαλή ροή και ο ρυθμός της βόλτας σπάζει αν εμφανιστεί κάποια "κουμπίνα" (θεριζοαλωνιστική μηχανή) που προβάλλει απειλητικά τα δόντια της πιάνοντας, από την μια άκρη ως την άλλη, όλο το πλάτος του στενού δρόμου και σαν να φοβερίζει όσους δεν παραμερίζουν. Αργά σαν το Θηρίον της Αποκαλύψεως, με φώτα ολόγυρα θα απομακρυνθεί με το πάσο της, κάνοντας τσαλιμάκια με τις πίσω ευκίνητες ρόδες. Ο κουμπινιέρης σοβαρός και απρόσιτος στην ανοιχτή καμπίνα, με κείνο το παροιμιώδες μυξομάντηλο δεμένο σε αυτοσχέδιο καπέλο στο κεφάλι με κόμπους μπρος πίσω, τα πάντα καθορά -σχεδόν βασιλιάς- καθώς παρελαύνει. Είμαστε ακόμα στην εποχή με τον, πράγματι όψιμο, "Θέρο" της Δυτικής Μακεδονίας.
ΝΩΝΤΑΣ ΤΣΙΓΚΑΣ
Πρωτοδημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Το Βογατσικό (Αρ.
Φ. 77 & 78, Περίοδος Β’ Ιούλιος -Αύγουστος και Σεπτέμβριος- Οκτώβριος 1991) με τον τίτλο" Επισκέψεις" και "Μνήμες καλοκαιριού", Τώρα ξανακοιτάχτηκαν, διορθώθηκαν, εμπλουτίστηκαν και ξαναδίνονται.
Οι φωτογραφίες προέρχονται από το φωτογραφικό αρχείο του Νώντα Τσίγκα.
Μοναδική παρακαταθήκη για τη γενέτειρα !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν είπαμε ότι αυτά τα κείμενα θα τα συνοδεύει προειδοποίηση με μεγάλα γράμματα "ΠΡΟΣΟΧΗ - ΚΊΝΔΥΝΟΣ ΣΤΑ ΦΥΛΛΟΚΑΡΔΙΑ ΣΑΣ"!; Όλη μας η Πατρίδα να ξετυλίγεται με τόση στοργή στα χέρια σου.
ΑπάντησηΔιαγραφή