ΕΚΛΕΙΣΕ «του μπακάλ’κου τ’ Παπαστέργ’»…

 (το τελευταίο που είχε απομείνει)

 

“Είμαι απολύτως βέβαιος ότι στο μπακάλικο αυτό έγινα αληθινός φίλος της ανάγνωσης και του τυπωμένου χαρτιού”.

 

Είχαμε προλάβει όταν γεννηθήκαμε τα μπακάλικα του Στέργιου Παπαστέργιου (και μετέπειτα Κωνσταντίνου Τέζια- Παπαστέργιου), του Πέτρου Βοϊδομάτη, του Δημ. Τζαβέλλα, της κυρά-Πηνελόπης στο Τζίτσκο, της Τούλας Τακαντζιά (Τσαγανά), του Κώστα Χ. Λέτσα και του Κώστα Δαρλαγιάννη (τ’ Πέτ’) στην «Κάτω αγορά». Με τον καιρό έκλεισαν ένα-ένα… Το σούπερ μάρκετ που άνοιξε τη δεκαετία του ’80 ήταν μια από τις αιτίες. Η μοιραία παρακμή των τόπων, το γήρας και οι θάνατοι των ιδιοκτητών-ιδρυτών και ο μαρασμός του χωριού όμως ευθύνονται πιο πολύ. Άλλωστε και το σούπερ μάρκετ πια δεν υπάρχει…

 

 

Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη στις αρχές της δεκαετίας του ΄90. Καλοκαίρι με αναμμένα τα φώτα νέον και μέσα στο μαγαζί μπαίνουν ο αείμνηστος μπατζανάκης του Θανάσης με τη σύζυγό του του Αγνή Ανδ. Τακαντζιά. Ο Κώστας «σαν πέρα βρέχει». Σαν μπαϊλντισμένος από τη ζέστη δίπλα στο ψυγείο με τα παγωτά «Δέλτα» (ξυλάκι, κρέμα ή σοκολάτα, σάντουϊτς- μπισκότο, πύραυλος, κουπάκι κρέμα-βανίλια ή σοκολάτα ή φράουλα). Πιο κει το βαρέλι με το πετρέλαιο θέρμανσης ή το φωτιστικό, δίπλα οι φιάλες υγραερίου «Πετρογκάζ». Πίσω του η Ελευθεροτυπία με τίτλο «Ευφορία και οργή». Το συρματένιο πλέγμα αφήνει να δεις πως δεν υπάρχουν εκεί πίσω πια Μάσκα, Μυστήριο, Μπλεκ, Ζαγκόρ, Μικρός σερίφης, Όμπραξ, Μικρός κάου-μπόυ, Μίκυ Μάους, Μεγάλο Μίκυ, Κλασσικά εικονογραφημένα, Μανίνα, Κατερίνα, Ταχυδρόμος, Επίκαιρα, Ρομάντσο, Γυναίκα, Φαντάζιο, Βεντέτα, Πάνθεον, Θησαυρός κλπ. Είμαι απολύτως βέβαιος ότι στο μπακάλικο αυτό έγινα αληθινός φίλος της ανάγνωσης και του τυπωμένου χαρτιού.

 

“Βλέπω τον Κώστα Τέζια (Παπαστέργιο). Έχει βαρεθεί να μουντζουρώνει και να σβήνει χρέη στο μπακαλοτέφτερο. Τραβάει πού και πού γραμμές κόκκινες για να ζητήσει από αύριο κιόλας τα χρωστούμενα από τους ασυνεπείς. «Γράφ’ τα» ή «Σβήσ’ τα». Όπως κι αν ακούγονταν, σ’ όποιον τόνο κι αν ξεστομίζονταν έμοιαζε να ’χουν το ίδιο βάρος, την ίδια αριστοκρατική αξιοπρέπεια και αρχοντιά. «Το πρόσωπο είναι σπαθί», «ο λόγος μου συμβόλαιο…» και τα τοιαύτα.

Αποτραβιέται σε μιαν άκρη στο μαγαζί. Έχει στήσει ένα πρόχειρο πάγκο στο μισοσκόταδο και καταπιάνεται να καρφώνει τους ημεροδείκτες σε μια χαρτονένια εικόνα. Θυμόσαστε, εκείνους τους ημεροδείκτες που καθώς αφαιρούσες το χαρτάκι της προηγούμενης μέρας διάβαζες στο πίσω μέρος της μικρής σελίδας και το στιχάκι για την σημερινή που έτρεχε:

Ρώτα τ’ αστέρια τ’ ουρανού

κι όλα θα σού στο ειπούνε,

σαν τον δικό μου έρωτα

για σένα, δε θα ιδούνε

Και μη θαρρείτε πολλά-πολλά, για κάτι ταπεινές από χαρτόνι έγχρωμες εικόνες ο λόγος, άλλοτε με αγίους καβαλάρηδες που σκοτώνουν το δράκο, την Παναγιά βρεφοκρατούσα κι άλλοτε ανύπαρκτα τοπία με έλατα και λίμνες, βουνοκορφές χιονοστεφείς και προ πάντων καράβια που παραδέρνουν όρθια στις τρικυμίες. Αυτά οι εικονογραφήσεις των χαρτονιών. Με δύο πρόκες στο πίσω μέρος τους στερεώνεται ο ημεροδείκτης. Πάνω και δεξιά στην εικόνα με πλάγια καλλιγραφικά: «Αφιερούται εις την ευγενή μας πελατείαν. Χρόνια πολλά και ευτυχές το νέον έτος 196…».

Η «ευγενής πελατεία» είναι όσοι μετά τις αγορές διατάζουν σχεδόν: «Γράφ’ τα» και προτείνουν το τεφτέρι να σημειωθεί ένα κιλό ζάχαρη, μισό κιλό ρύζι καρολίνα, μια «Φυτίνη»… Στο τέλος… το πιστωτικό υπόλοιπο. Φανερό και ξεκάθαρο. Μικρό ή μεγάλο, θέμα και πρόβλημα του καθενός να το τακτοποιήσει.

Ετούτος ο «μπακάλης» συναναστρέφεται την «απορία» του κόσμου με κάθε της σημασία και έκταση. Δεν την εκμεταλλεύεται. Το μόνο σκληρό που θα πράξει είναι να κόψει το βερεσέ σαν το πράγμα παραγίνει και να μη ξαναδώσει σε αφερέγγυους. Δεν άκουσα όμως καμιά φορά να προκύψουν φασαρίες ή προβλήματα με τα τεφτέρια. Και για την υπόληψή σου στο μπακάλικο λάβαινες γνώση όταν σου προσφερόταν ένα από αυτά τα ημερολόγια παραμονές Χριστουγέννων ως μέρος του τελετουργικού και σημειολογία της εποχής εκείνης*.

Στη φωτογραφία ο αείμνηστος ευφυής και σοβαρός γενάρχης Στέργιος Παπαστέργιος (δεύτερη γενιά στην επιχείρηση). Ποζάρει με φόντο τις εφημερίδες «Θεσσαλονίκη» και «Σπορ του Βορρά». Ο μπάρμπα-Στέργιος υπήρξε, ένα φεγγάρι στα νιάτα του, ποδοσφαιριστής του …Άρη Θεσσαλονίκης.

 

*Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από ένα μεγαλύτερο κείμενό μου που με τίτλο «Παλαιών ημερών ανάμνησις» πρωτοδημοσιεύθηκε στον «Αγγελιοφόρο της Κυριακής» στις 28.12.2008 (και ξανακοιτάχτηκε τον Νοέμβρη 2009), ήταν αφιερωμένο στην οικογένεια Παπαστεργίου στο Βογατσικό καθώς η τέταρτη γενεά της εξακολουθούσε να διατηρεί το «Παντοπωλείον» (άλλοτε και πρακτορείον εφημερίδων και περιοδικών) ανθιστάμενη στο πνεύμα και το νεύμα των καιρών.

 



Σχόλια

  1. Ποσο με συγκινήσατε, κύριε Νωντα! Πολύ σας ευχαριστώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αυτή η συγκίνηση, ιδίως όταν κοινοποιείται ...κινεί τη γραφή και εξηγεί το γιατί γράφει κανείς.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Παράκληση να τηρούνται οι κανόνες της πολιτικής σχολίων που ισχύουν. Σχόλια με υβριστικό, προσβλητικό ή παρόμοιο περιεχόμενο δεν γίνονται αποδεκτά και επομένως θα διαγράφονται.

Δημοφιλείς αναρτήσεις