Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

"Ανθρώπινες σκιές"

 

Με τα λόγια ενός άλλου...

 



                                                                                                    Ανθρώπινες σκιές, Δύο αφηγήματα
                                                                                                                       ΤΟΥ ΖΗΣΗ ΣΑΡΙΚΑ 
                                                                                                  ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΝΟΠΤΙΚΟΝ, ΣΕΛ.: 155


Ο συγγραφέας Ζήσης Σαρίκας, γνωστός  κυρίως για το μεγάλο του μεταφραστικό έργο πάνω στα «άπαντα» του  Φρίντριχ  Νίτσε, είναι γηγενής μεν Σαλονικιός  έλκει δε την καταγωγή από το Βογατσικό της Καστοριάς (από την πλευρά του πατέρα του) και από τον Πολύγυρο της Χαλκιδικής (από την πλευρά της μητέρας του). Δυο συλλογές διηγημάτων του που έχουν προηγηθεί και κυκλοφόρησαν είναι  «Τα Ψίχουλα» (1998) και το «Μακριά από τον κόσμο»(2008).  Στο πιο πρόσφατο  του έργο ο Ζήσης Σαρίκας έχει διαβεί από την μικρή φόρμα του διηγήματος –επιγράμματος  στον αφηγηματικό λόγο με μυθιστορηματική δομή. Το βιβλίο είναι πλούσιο σε βιωματικά-αυτοβιογραφικά στοιχεία με κεντρικό πρόσωπο τον παππού του συγγραφέα αγαπημένη μορφή -έναν αντιήρωα ολκής, έναν άνθρωπο σε πτώση και μόνιμη "αποτυχία". Ο  Ζ.Σ. προβαίνει όπως πάντα σε μια  κατευθείαν άσκηση κριτικής παρουσίασης της σύγχρονης νεοελληνικής ζωής μέσα από το ξετύλιγμα της κάθε ιστορίας του "χωρίς να προπαγανδίζει". Σε παλιότερη συνέντευξη του έχει εξομολογηθεί γι' αυτό:


"Πολλοί καλοί χειριστές της γλώσσας το κάνουν  αυτό, αλλά πας να δεις τι λένε στο φινάλε, ποιο είναι το «νόημα», και δεν λένε τίποτα, δεν παίρνουν «θέση» για τίποτε. Φυσικά, πολλοί λένε πως έτσι πρέπει να γίνεται, να μη λέμε τίποτα, δεν υπάρχει λόγος να λέμε κάτι, και δεν πρέπει νά ’μαστε ηθικολόγοι, διδακτικοί κτλ. Η στάση αυτή όμως, υπέρ της «ουδετερότητας της τέχνης», είναι κι αυτή «ηθική» στάση. Κοντολογίς, για μένα, η λογοτεχνία δεν πρέπει να είναι διακοσμητική, πρέπει να είναι κάτι πολύ έντονο. Δεν πρέπει να ευχαριστεί, πρέπει να πονάει". 

Για το βιβλίο αυτό του Ζήση Σαρίκα είχε γραψει παλιότερα ο αξέχαστος Κωστής Παπαγιώργης ένας εξαίρετος διανούμενος συγγραφέας που πλούτισε τη ζωή μας με τη σκέψη του, τη γραφή ,το ήθος και το μοναδικό του ύφος-και δυστυχώς χάθηκε πρόσφατα μόλις στα 67 του. Υπήρξε συνεπής συνοδοιπόρος του Σαρίκα στον μεταφραστικό Γολγοθά  του φιλοσοφικού κειμένου.
Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στο free -περιοδικό LIFO στις 13.2.2013.

Ο Ζ. Σαρίκας σε φωτογραφία του Γ. Βανίδη.

                                                            
«Η αφήγηση, όπως ξέρουμε, μπορεί να αναπτύσσεται δίκην εξομολογήσεως, να κλίνει προς την ευφάνταστη φαντασιοκοπία, όπως και να είναι τεχνική υπόθεση ή πουτάνα με εκατό πρόσωπα. Αυτός που είναι αποθήκη συγκινήσεων, μπεζαχτάρης (όπερ ταμίας), ανθρωπογνώστης αλλά και αδέξιος ιστορικός κρατάει το ρόλο του ξεναγού και ό,τι ζει, ζει χάρη σε αυτόν. Τι να προτιμήσει κανείς; Το Άκακο Σκυλί ή τα Έξι Αδέλφια; Η χρόνια μεταγλώττιση του Νίτσε μπορεί να έκανε τον Σαρίκα εξπέρ στην απόδοση του Γερμανού, συνάμα όμως –το λέμε από προσωπική πείρα– τον έφερε κοντά σε μια «παθητικότητα» που δεν επέτρεπε να αρχίσει κάτι εξαρχής, που να είναι δικό του, καταδικό του. Διόλου τυχαίο, λοιπόν, ότι η προμετωπίδα λέει «Στους πεθαμένους και στους ζωντανούς της παλιάς γειτονιάς» και ο συγγραφέας βρίσκει τον δικό του ίσκιο. Το Άκακο Σκυλί είναι αφήγημα για ανθολόγηση. Επιτέλους, να και ένας αντι-ήρωας λογοτεχνικός που δεν παινεύεται, που δεν έχει θετικές αρετές, που δεν μοιάζει με τον πολύ κόσμο. Ο γέρος «είναι όντως σαν κακό σκυλί (που) ψόφο δεν έχει», από τη Δυτική Μακεδονία θα βρεθεί στην αντίπερα όχθη, θα παντρευτεί, θα κάνει μαγαζί και άλλα πολλά. Ωστόσο, προκοπή δεν έκανε σε τίποτα. Ο Σαρίκας, αν υποθέσουμε ότι βρήκε τον άνθρωπό του, τον βρήκε επειδή η αρνητική ιστορία που διηγείται για τον τόπο μοιάζει τάλε κουάλε με την αρνητική ιστορία του ίδιου του γέρου. Χωρίς πατριδογνωσία. Χωρίς πατριωτισμό. Χωρίς γλυκασμούς και νοσταλγίες. "Ο Γέρος ήταν πλασμένος μόνο για το σήμερα. Μέλλον και μετά δεν υπήρχε γι' αυτόν. Ήθελε να ζει, δεν ήξερε τι σημαίνει επιβίωση. Ήταν τζίτζικας, όχι μέρμηγκας...". Ενώ τη ζωή την αποδέχεται –τι άλλο να κάνει;–, ο Σαρίκας είναι φόρα αρνητικός για τους ντόπιους και τη μοίρα του. Γιατί οι χωροφυλάκοι πάνε τον Γέρο στο Τμήμα; Μα, επειδή σκάρωναν με τον παπά ψεύτικα πιστοποιητικά. Μόνο που ο Γέρος ήταν μεν χαλασοχώρης, αλλά κακός από φύτρα δεν ήταν. Λίγο αν προσέξουμε τα σουσούμια της διαβαθμισμένης αφήγησης, αντιλαμβανόμαστε ότι τις συνεχόμενες συμφορές της Μακεδονίας ο Σαρίκας τις μεταποιεί επί το δυστυχέστερον σε σαπροκωμωδίες του Γέρου. Αν ο Γέρος ήταν σοκακόσκυλο και κακό χρόνο να 'χει, ο αφηγητής του είναι φανατικός κυνηγός της κακιάς ώρας. Αναφέρουμε δύο φράσεις (από τα Έξι Αδέλφια) για να ακουστεί ο εσωτερικός ρόχθος του αφηγητή: "Δεν θέλω ούτε στην κηδεία μου να 'ρθεις!" κατέληξε αφρισμένη, "ούτε εσύ στον τάφο μου!" απάντησε η άλλη – κι έτσι χώρισαν. "Είχε γίνει περίγελως στις μουστόγριες του χωριού, καθώς προσπαθούσε ακάματα να συνεννοηθεί με διάφορους αμήχανους ξένους τουρίστες, αυτή που ακόμα και τα ελληνικά ήταν δεύτερή της γλώσσα – η πρώτη δεν υπήρχε". 
Χαίρε Ζήση!» 


                                                                               ΚΩΣΤΗΣ  ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ 
 

1 σχόλιο:

  1. ''Όλα μου τα μεταφρασμένα βιβλία, εκτός των λογοτεχνικών, είναι πολύ δύσκολα. Χρειάζονται κόπο, υπομονή, επαναλήψεις και υπόβαθρο – και παρεμφερείς αναγνώσεις. Στους αναγνώστες συστήνω να μην τα παίρνουν μαζί τους στις εκδρομές και να μην προσπαθούν να τα διαβάσουν στο κρεβάτι ή αραγμένοι στον καναπέ. Αυτοί θα τα αδικήσουν και εκείνα θα τους εκθέσουν.'', αναφέρει στο Αίθριο του Πανδοχείου (www.pandoxeio.com). Λαμπρή φυσιογνωμία Νώντα μου.
    Και το κείμενο του Παπαγιώργη χειμαρρώδες, σαν τον ίδιο...

    ΑπάντησηΔιαγραφή